Τι υποστηρίζουν τα παιδιά
Πόσα και πόσα παιδιά χωρισμένων γονιών έχουν μεγαλώσει βλέποντας τον πατέρα τους 2 ΣΚ το μήνα και καμιά ξέμπαρκη καθημερινή μέχρι τουλάχιστον να φτάσουν σε μια ηλικία που να αποφασίζουν αυτόνομα. Και πόσοι και πόσοι πατέρες δεν έχουν περιοριστεί στο ρόλο του «επισκέπτη» σαν αποτέλεσμα μιας παραδοσιακής δικαστικής -και όχι μόνο- συνταγής. Οι εποχές αλλάζουν, η γνώση για την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη και τις ανάγκες των παιδιών διαρκώς εμπλουτίζεται όμως αυτή η «χρυσή συνταγή» φαίνεται να παραμένει ως η πιο εύκολη λύση για κάθε περίπτωση διαζυγίου. Δεν είναι λίγες οι έρευνες, που έχουν πραγματοποιηθεί σχετικά με την εξέλιξη και την ψυχική ευεξία παιδιών και γονιών μετά το διαζύγιο. Ξεχωριστό ενδιαφέρον, έχει να μάθουμε την άποψη των ίδιων των παιδιών, όπως αυτή έχει καταγραφεί σε επιστημονικά τεκμηριωμένες έρευνες.
Τι λένε τα ίδια τα παιδιά, που μεγάλωσαν εντός διαζυγίου για αυτή τη «χρυσή συνταγή» των δικαστηρίων;
Η απώλεια της επαφής με τον γονιό (συνήθως πατέρα) που δεν διέμενε πλέον μαζί είναι για την πλειοψηφία των παιδιών το πιο αρνητικό σημείο του διαζυγίου. Επιπλέον, τα ίδια τα παιδιά δηλώνουν δυσαρεστημένα με το καθεστώς της επικοινωνίας κάθε δεύτερο ΣΚ. Περιγράφουν μάλιστα το ρόλο του πατέρα ως «περιφερειακού» στη ζωή τους, σε θέματα υποστήριξης, πειθαρχίας και εγγύτητας. Τα αποτελέσματα αυτά καταγράφηκαν από τις πρώτες έρευνες από το 1980 μέχρι και το 1999 (Amato, 1987; Hetherington, 1999; Wallerstein & Kelly, 1980).
Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και τα αποτελέσματα πιο πρόσφατων ερευνών, σύμφωνα με τα οποία πάνω από τα μισά παιδιά και έφηβοι επιθυμούν περισσότερη επαφή με τον πατέρα τους. Αντιθέτως μόλις το 2% των παιδιών δήλωσε σε έρευνα που έγινε στη Ν. Ζηλανδία ότι προτιμούν λιγότερη επικοινωνία με τον πατέρα τους, η οποία συνδεόταν με περιπτώσεις γονιών, που χαρακτηρίζονταν ως «δύσκολοι», «θυμωμένοι» και «αδιάφοροι» (Smith & Gollop, 2001; Smith, Taylor, & Tapp, 2003).
Σε άλλη έρευνα που πραγματοποιήθηκε μεταξύ φοιτητών πανεπιστημίου, οι οποίοι βίωσαν το διαζύγιο των γονιών τους κατά μέσο όρο 11 χρόνια νωρίτερα, αναδείχθηκε ότι πάνω από τους μισούς συμμετέχοντες επιθυμούσε περισσότερη επαφή με τον πατέρα τους και μόλις το 10% δήλωσε ότι προτιμούσε να έχει λιγότερη επικοινωνία. Μάλιστα το 70% των νεαρών συμμετεχόντων θεώρησε ότι ο γονεϊκός προγραμματισμός με ίση κατανομή του χρόνου μεταξύ των γονιών θα ήταν η καλύτερη λύση.
Ας ακούσουμε και τη γνώμη των παιδιών, που μεγάλωσαν σε καταστάσεις κοινής επιμέλειας.
Η κοινή επιμέλεια, μπορεί να ακούγεται σαν σενάριο επιστημονικής φαντασίας ακόμη για ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, ωστόσο στην Ευρώπη και στην Αμερική, αποτελεί μια πραγματικότητα εδώ και 2-3 δεκαετίες. Ως αποτέλεσμα, υπάρχουν πλέον επιστημονικά δεδομένα και για τα παιδιά διαζευγμένων γονιών που μεγάλωσαν μέσα σε τέτοιου είδους συμφωνίες. Για την ακρίβεια το 93% των παιδιών, των οποία η επιμέλεια μοιραζόταν και στους δύο γονείς εξέφρασαν την ικανοποίησή τους και υποστήριξε ότι αυτή η κατάσταση ήταν ιδανική για αυτά (Fabricius, 2003). Άξιο αναφοράς είναι και το εύρημα άλλης έρευνας που πραγματοποιήθηκε μεταξύ φοιτητών. Οι συμμετέχοντες, οι οποίοι είχαν ζήσει σε κοινή επιμέλεια ανέφεραν λιγότερα συναισθήματα απώλειας σε σχέση με αυτούς που είχαν μεγαλώσει σε αποκλειστική επιμέλεια του ενός γονιού.
Συμπεράσματα
Πριν φτάσουμε στο αυτονόητο συμπέρασμα περί ενίσχυσης της κοινής επιμέλειας έναντι του γονιού «επισκέπτη», θα πρέπει να επισημάνουμε ότι από μόνη της η μεγαλύτερη συχνότητα στην επικοινωνία του παιδιού με τον γονιό που δεν διαμένει μαζί, δεν αποτελεί εγγύηση για την θετική του προσαρμογή μετά το διαζύγιο ή για την απόδοσή του στο σχολείο. Η ποιότητα της επικοινωνίας και της σχέσης μεταξύ γονιού και παιδιού αλλά και το κατά πόσο διατηρούνται ακόμη συγκρούσεις μεταξύ των γονιών -οι οποίες μεταφέρονται στα παιδιά- είναι εξίσου σημαντικοί παράγοντες. Άλλωστε έχουν καταγραφεί ερευνητικά αποτελέσματα σε περιπτώσεις που η εχθρική σχέση μεταξύ των γονικών διαιωνίζεται και τελικά η συχνή επαφή του παιδιού με το γονέα που δε διαμένει μαζί συνδέεται με δυσκολότερη προσαρμογή (Amato & Rezac; Hetherington, 1999; Johnston, 1995). Το παράδοξο αυτό, πιθανώς οφείλεται στο ότι το παιδί γίνεται μάρτυρας ή αγγελιοφόρος των εχθρικών μηνυμάτων μεταξύ της μητέρας και του πατέρα.
Αυτό που φαίνεται από την εμπειρία -των ξένων κυρίως χωρών- είναι ότι για την πλειοψηφία των παιδιών που βιώνουν το διαζύγιο των γονιών τους, είναι σημαντικό να διαμορφώνεται ένας γονεϊκός προγραμματισμός, ο οποίος να λαμβάνει υπόψη την ποιότητα της σχέσης τους με τους γονείς, την επιθυμία τους για ουσιαστική επαφή και με τους δύο, αλλά και την ανάγκη για ευελιξία όταν χρειάζεται.
Βιβλιογραφία:
-
Amato, P. (1987). Family processes in one-parent, stepparent, and intact families: The child’s point of view. Journal of Marriage and Family, 49, 327–337.
-
Amato, P., & Rezac, S. (1994). Contact with residential parents, interparental conflict, and children’s behavior. Journal of Family Issues, 15, 191–207.
-
Fabricius, W.V. (2003). Listening to children of divorce: New findings that diverge from Wallerstein, Lewis, & Blakeslee (2000). Family Relations, 52, 385–396.
-
Hetherington, E.M. (1999). Should we stay together for the sake of the children? In E.M. Hetherington (Ed.), Coping with divorce, single parenting, and remarriage (pp. 93–116). Mahwah, NJ: Erlbaum.
-
Johnston, J.R. (1995). Research update: Children’s adjustment in sole custody compared to joint custody families and principles for custody decision making. Family and Conciliation Courts Review, 33, 415–425.
-
Smith, A.B., & Gollop, M.M. (2001). What children think separating parents should know. New Zealand Journal of Psychology, 30, 23–31.
-
Smith, A.B., Taylor, N.J., & Tapp, P. (2003). Rethinking children’s involvement in decision making after parental separation. Childhood, 10, 210–216.
-
Wallerstein, J., & Kelly, J. (1980). Surviving the breakup: How children and parents cope with divorce. New York: Basic Books.
*Γιώργος Σταμούλος Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας- Εθελοντής ΓΟΝ.ΙΣ