Είναι αυτονόητο ότι η ιδανική συνθήκη στη φαντασία κάθε παιδιού είναι να μείνουν οι γονείς του μαζί για πάντα. Για το λόγο αυτό, το διαζύγιο ισοδυναμεί με τον χαμένο παράδεισο, κυρίως επειδή διαλύεται η απόλυτη αίσθηση σταθερότητας –όπου αυτή υπάρχει-στον κόσμο του παιδιού. Μήλο της έριδας στην περίπτωση του διαζυγίου είναι το παιδί ή τα παιδιά και το ερώτημα που προκύπτει μαζί με την αγωνία που επιφέρει είναι πόσο βαθιά επηρεάζει ένα διαζύγιο την ευημερία των παιδιών. Κατά γενική ομολογία το διαζύγιο είναι μια περίοδος έντασης, στενοχώριας και ψυχικής κατάπτωσης για τα περισσότερα παιδιά. Έρευνες έχουν καταδείξει ότι σε ένα εύρος ±3 ετών από τη λύση του έγγαμου βίου τα περισσότερα παιδιά αντιμετωπίζουν ψυχοκοινωνικά προβλήματα και προκλήσεις.
Είναι λοιπόν αλήθεια ότι υπάρχουν κάποιοι παράγοντες που παίζουν σημαντικό ρόλο στην έκβαση των δυσκολιών που προκύπτουν μετά από ένα διαζύγιο. Ένας από αυτούς τους παράγοντες είναι η υποστηρικτική ή όχι σχέση μεταξύ γονιών και παιδιών. Ιδιαίτερα αν υπάρχουν και παραπάνω από ένα παιδιά σημαντική είναι και η σχέση μεταξύ των αδελφιών. Όσο λιγότερες εντάσεις υπάρχουν τόσο καλύτερη θα είναι η μετάβαση στις νέες συνθήκες διαβίωσης. Εννοείται πως έναν κομβικό ρόλο στη διατήρηση υγιών σχέσεων μεταξύ των μελών της οικογένειας διαδραματίζουν οι γονείς και κυρίως η ποιότητα της μεταξύ τους σχέσης πριν και μετά το διαζύγιο. Για το λόγο αυτό θεωρείται απαραίτητη τόσο η συχνότητα όσο και η ποιότητα της επαφής/επικοινωνίας των παιδιών με τον γονέα που δεν έχει την επιμέλειά τους
Στο σημείο αυτό αξίζει να παραθέσουμε κάποια στατιστικά στοιχεία για το διαζύγιο στα πλαίσια πάντα της διατήρησης της ευημερίας των παιδιών. Σε ένα δείγμα 92 παιδιών μια από τις πολλές έρευνες κατέδειξε ότι 73 από αυτά δήλωσαν ότι –αν τους δινόταν η ευκαιρία- δε θα επέλεγαν να μείνουν οι γονείς τους μαζί και να υπάρχουν εντάσεις. Τα παιδιά που συμμετείχαν στην έρευνα εξήγησαν ότι αντιλαμβανόντουσαν ως εξαιρετικά επικίνδυνη τη συνέχιση των εντάσεων στη συμβίωση των γονιών τους. Αξιοσημείωτο επίσης είναι ότι θεωρούσαν πιο τραυματική την ένταση και την αντιπαλότητα των γονιών τους και όχι το ίδιο το διαζύγιο ως τετελεσμένο γεγονός.
Οι επιπτώσεις στα παιδιά από τη διάλυση του γάμου των γονιών τους είναι πολλές και πολύπλευρες. Τα παιδιά συνήθως νιώθουν ενοχή καθώς πιστεύουν-συνειδητά και υποσυνείδητα-ότι ευθύνονται για το διαζύγιο των γονιών τους. Η ενοχή αυτή πηγάζει από τη διάθεση αυτοτιμωρίας τους που βασίζεται στη λανθασμένη αντίληψη ότι το διαζύγιο ήταν απόρροια της δικής τους αδυναμίας να ικανοποιήσουν τους γονείς τους. Εκτός όμως από το ψυχικό βάρος, το διαζύγιο μπορεί να επιφέρει σωματικές αλλαγές που επηρεάζουν τις μετέπειτα λειτουργίες τόσο σε επίπεδο σωματικής υγείας όσο και σε επίπεδα συμπεριφοράς και γενικότερων στάσεων.
Μιλώντας για τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις, για πολλούς το διαζύγιο των γονιών τους είναι ένα στρεσογόνο γεγονός που επηρεάζει την ενήλικη ζωή τους ιδίως αν είχε απωθηθεί σε μικρή ηλικία. Οι ενήλικες που ως παιδιά έχουν βιώσει το διαζύγιο των γονιών τους είναι πιο επιφυλακτικοί στις σχέσεις τους με το φόβο της δέσμευσης να κυριαρχεί. Οι ίδιοι επίσης ως εν δυνάμει γονείς φοβούνται μήπως επαναλάβουν το ίδιο μοτίβο σχέσεων με τους δικούς τους γονείς. Δυστυχώς μελέτες έχουν δείξει ότι πράγματι αυτό συμβαίνει καθώς υπάρχει και η διαγενεολογική μεταβίβαση που επιβεβαιώνει τους φόβους με το να αντιγράφονται και να ενισχύονται βιολογικές προδιαθέσεις και ψυχοκοινωνικές στάσεις.
Πώς όμως αντιμετωπίζεται πιο αποτελεσματικά ένα διαζύγιο; Αρχικά, είναι ζωτικής σημασίας οι διαζευγμένοι γονείς να ξαναβρούν τη (χαμένη) ψυχοσυναισθηματική τους ευημερία. Εάν το πετύχουν αυτοί, τότε και για τα παιδιά είναι ευκολότερο να ξαναβρούν τους ρυθμούς τους καθώς θα νιώθουν ότι και οι γονείς τους είναι ήρεμοι και καθησυχαστικοί. Απαραίτητη όμως προϋπόθεση για αυτό είναι να γίνουν από πριν κάποιες ενέργειες ώστε να προετοιμάσουν το έδαφος πριν το τελικό στάδιο του διαζυγίου. Μία από αυτές τις ενέργειες που μπορούν να κάνουν οι γονείς είναι να διαβεβαιώνουν τα παιδιά ότι δε θα πάψουν και οι δύο να τα αγαπούν το ίδιο όπως και πριν και ότι σε καμία περίπτωση δεν ευθύνονται εκείνα για το διαζύγιο. Πρέπει συνεπώς η ζωή των παιδιών να επανέλθει στους πρότερους ρυθμούς της και αυτό περιλαμβάνει και τις σχολικές επιδόσεις που δε θα πρέπει να παραμεριστούν (τουλάχιστον για πολύ παραπάνω από τον αναμενόμενο χρόνο προσαρμογής).
Συνοψίζοντας, τονίζουμε ότι τα παιδιά χρειάζονται και τους δύο τους γονείς. Ο χωρισμός του ζευγαριού δε θα πρέπει να σημάνει και τον χωρισμό από τα παιδιά. Για τον λόγο αυτό μία ελπιδοφόρος λύση είναι η θέσπιση της κοινής επιμέλειας ώστε και οι δύο γονείς να έχουν τις ίδιες νομικές αλλά και ουσιαστικές υποχρεώσεις απέναντι στα παιδιά τους. Ίσως η από κοινού ανάληψη των ίδιων ευθυνών να γεφυρώσει το χάσμα απόψεων και στάσεων που συνήθως αναδύονται μέσα από ένα διαζύγιο. Και ίσως το διαζύγιο να μη θεωρείται πλέον αποτυχία συμβίωσης αλλά η αρχή μιας σχέσης πιο λειτουργικής, αφού εξάλλου σε όλες τις ιστορίες υπάρχει μια αρχή κι ένα τέλος, που μπορεί να είναι και ευοίωνο.
Βιβλιογραφία
Παπαχριστόπουλος Νίκος (2011). Η οικογένεια στη σύγχρονη εποχή. Ινστιτούτο Διαρκούς Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Σχολές Γονέων
Hardie-Williams, K. (2015).Children and the trauma of divorce. Portland State University. Retrieved from researchgate.com on 6/1/2016
Wertlieb, D. (2016). Stress and coping in divorce: children and developmental trajectories. Tufts University. Retrieved from researchgate.com on 7/1/2016